Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

2595 - Αναζητώντας ένδοξες σχέσεις του ελληνικού πνευματικού χώρου με τη ρωσική εκκλησία· ο άγιος Μάξιμος ο Γραικός



Η εποχή μας χαρακτηρίζεχαι για την ανάπτυξη σχέσεων των λαών μέσω των εκπροσώπων θρησκειών και ομολογιών. Ο διάλογος αποτελεί μια από τις καίριες προσπάθειες της ελληνόφωνης ορθοδοξίας με επικεφαλής το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο. Η προσπάθεια αυχή ανάγει την αρχή της στον αρχέγονο χρισχιανικό κόσμο, ο οποίος εμβαπχισμένος σχο οικουμενικό πνεύμα χου Ελληνισμού, ύστερα από την ιστορική αποδέσμευσή του από το φυλετικό σύνδρομο του Ιουδαϊσμού, καλλιέργησε στο έπακρο τις δυνατότητες εξάπλωσης του Ευαγγελίου μέσω του κηρύγματος και του διαλόγου, και της συμπερίληψης, κατά το δυνατόν, όλης της ανθρωπότητας στην κοινωνία της πίστης του Χριστού[1], με βασικό χαρακτηριστικό την ενότητα[2] και την εν Χριστώ αγάπη[3]. Η ιστορική πορεία του Χριστιανισμού παρέχει πλείστα όσα σχετικά παραδείγματα.
Ένα από χα σημαντικότερα κέντρα, που έδρασαν κάτω από το πνεύμα για το οποίο έγινε λόγος, υπήρξε το Βυζάντιο. Μεγάλο μέρος του ανυπέρβλητου για την εποχή του δυναμισμού του ανάλωσε στην επίτευξη του σκοπού του εκχριστιανισμού, της διεύρυνσης της κοινωνίας των πιστών καθώς και στη συγκρότηση, με τη βοήθεια της Εκκλησίας, του κρατικού εκείνου μορφώματος που να αντισχέκεται στη βαρβαρότητα και να παράγει πλούσια προϊόντα πολιτισμού[4].
Όλες οι πνευματικές αποστολές του Βυζαντίου προς τις παλιές και στη συνέχεια νέες εμφανιζόμενες φυλές στο προσκήνιο της ιστορίας και προς όλους τους χώρους των κρατικών μορφωμάχων στέφθηκαν από επιτυχία[5].
Μια από τις πιο επιτυχημένες αυτού του είδους δραστηριότητες που άντεξε στις αντιξοότητες που επιφύλασσε η ιστορία με την εγκατάσταση στον πλανήτη μας λαών που συναποκόμιζαν την ιδιάζουσα θρησκεία τους, υπήρξε ο εκχριστιανισμός των Σλάβων με πρωταγωνιστές τους ισαποστόλους Κύριλλο και Μεθόδιο, τους Θεσσαλονικείς[6].
Ο σλαβικός κόσμος παράπαιε στην ειδωλολατρία μέχρι τη στιγμή που ο χαγάνος των Χαζάρων έστειλε στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ απεσταλμένους του για να του καταστήσουν γνωστό τον μεγάλο προβληματισμό του σχετικά με το ποια θρησκεία έπρεπε να ακολουθήσει ο λαός του. Του είχαν γίνει κιόλας προτάσεις από τους Εβραίους και τους Άραβες, προκειμένου να υιοθετήσει ο λαός του τη θρησκεία τους. Ο ίδιος επιθυμούσε όμως να πληροφορηθεί από τους Βυζαντινούς τα σχετικά με τη δική τους θρησκεία σε αντιπαράθεση, βέβαια, με τα δεδομένα των άλλων θρησκειών, του Ιουδαϊσμού και του Μωαμεθανισμού, που του είχαν προταθεί ως μοναδικής αξίας θρησκείες για την ανθρωπότητα. Οι προτάσεις αυτές συνοδεύονταν και με πλουσιοπάροχες προσφορές δώρων. Ο χαγάνος ζητούσε ο αυτοκράτορας να αποστείλει εκπροσώπους της χριστιανικής θρησκείας που να πραγματοποιήσουν διάλογο[7] με τους εκπροσώπους των άλλων θρησκειών, οπότε να φανεί περίτρανα η υπεροχή της καλύτερης και καταλληλότερης για τον λαό του θρησκείας.
Η επιχυχία των απεσταλμένων του Βυζαντίου, Κυρίλλου και Μεθοδίου, υπήρξε άκρως ικανοποιητική, με τη βάπτιση 200 αρχικώς από εκείνους που κατείχαν αξιώμαχα και στη συνέχεια του λαού, που γοητεύθηκε από τα δεδομένα της νέας θρησκείας. Παρόμοια επιτυχία είχε η αποστολή των Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία, ύστερα από αίτημα του ηγεμόνα της χώρας Ρατισλάβου, καθώς και στην Παννονία κατά τη μετάβαση των Θεσσαλονικέων αδελφών στη Βενετία.
Το μεγαλείο του εκχριστιανισμού των Σλάβων και ειδικότερα του ρωσικού λαού δεν είχε το προηγούμενό χου.
Η αποδοχή της νέας πίστης υπήρξε ολόθερμη. Ο ρωσικός λαός παρέδωσε την ψυχή του στη νέα πίστη. Μυστικιστικές έντονες τάσεις, φιλομοναχισμός, αξιόλογη λατρευτική έφεση, μετάβαση από τους πρώτους ξύλινους ναούς σε μεγαλοπρεπέστατους, αρχιτεκτονικής σύλληψης και κατασκευής κατά τα πρότυπα του Βυζαντίου, διακαής πόθος για απόκτηση στη γλώσσα τους του θησαυρού της Γραφής και της Πατερικής σοφίας.
Με τα στοιχεία αυτά της ανάπτυξης της Ορθοδοξίας στη Ρωσία και τα λαμπρά αποτελέσματά τους, καθώς και με την προώθηση του διαλόγου, που ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά του Ελληνισμού, εμπίπτει η περίπτωση δράσης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του προπυργίου του, του Αγίου Όρους, μέσω του Μάξιμου του Γραικού, που ενώ είναι τόσο γνωστή στον σλαβικό κόσμο, αγνοείται από ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού κόσμου. Ο ρωσικός λαός από τον 17ο αι. θεώρησε τον Μάξιμο Γραικό άγιο και πρόβαλε τη μορφή του από την εποχή αυτή κιόλας στις θρησκευτικές εικόνες. Σε επιτάφιο επίγραμμα χαράχτηκαν την ίδια εποχή ένα τροπάριο και ένα κοντάκιο[8]. Η λαϊκή συνείδηση, εξάλλου, των Ρώσων κατέταξε τον Μάξιμο Γραικό στη χορεία των αγίων[9].
Ο Μάξιμος Γραικός, κατά κόσμον Μιχαήλ Τριβώλης, έχει απασχολήσει αρκετούς επιστήμονες[10], που ορισμένοι από αυτούς έχουν προβεί στη μελέτη της δράσης του και ειδικότερα του συγγραφικού έργου του[11], μέρος του οποίου με την επιστημονική φροντίδα τους έχει εκδοθεί, χωρίς όμως το όλο σχετικό θέμα να έχει εξαντληθεί. Ασφαλώς το έργο του , που δεν έχει εκδοθεί, θα αποτελέσει περαιτέρω πρόκληση για μελέτη και ενδελεχή εξαγωγή συμπερασμάτων, ύστερα από διατύπωση απόψεων, προκειμένου να αναδειχθεί πλήρως το έργο που επιτέλεσε ο Μάξιμος και να επισημανθεί δεόντως τμήμα της βάσης των διορθοδόξων σχέσεων, ώστε να γίνει αντιληπτή η ανάγκη της περαιτέρω προώθησής τους και απόλαυσης των αγλαόκαρπων αποτελεσμάτων χους. Το μεγαλύτερο μέρος των σχετικών μελετών έχει συντελεστεί από σλάβους με πολύ επιμέλεια και επιστημοσύνη, χωρίς όμως να λείπουν οι εργασίες στον τομέα αυτόν και άλλων εθνικοτήτων μελετητών και φυσικά και Ελλήνων[12].
Σύμφωνα με τις εμπεριστατωμένες αυτές μελέτες ο Μιχαήλ Τριβώλης γεννήθηκε στην Άρτα το 1470, ενωρίτερα από το έτος αυτό και όχι αργότερα. Η οικογένειά του είχε, φαίνεται, βαθιές ρίζες στο αυτοκρατορικό περιβάλλον των Παλαιολόγων της Κωνσταντινουπόλεως και του Μυστρά.
Όπως είναι γνωστό η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και η πριν από αυτήν κατάσταση, που εκεί επικρατούσε, ανάγκασε μεγάλο μέρος των αξιόλογων οικογενειών καθώς και της πνευματικής ηγεσίας να εκπατριστεί. Έτσι φαίνεται ότι ο Μιχαήλ Τριβώλης, καθώς και ο Δημήτριος Τριβώλης, συγγενής του Μιχαήλ, σημαντικός λόγιος που έδρασε στην Κέρκυρα, Κρήτη και Ιταλία, με άφθονο συγγραφικό έργο και αφοσίωση στον Πλήθωνα, εκπατρίστηκαν. Ο Μιχαήλ Τιβώλης από πολύ νωρίς παρουσίασε έφεση για απόκτηση μόρφωσης. Η Κέρκυρα κατά την εποχή εκείνη προσφερόταν ιδιαίτερα ως κέντρο παιδείας. Η μετάβαση του Μιχαήλ στην πόλη αυτή ασφαλώς του έδωσε τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με τον Ιανό Λάσκαρη και ίσως χάρη σ’ αυτόν πραγματοποιήθηκε η μετάβασή του στη Φλωρεντία, όταν διήγε το 22ο έτος της ηλικίας του.
Η άφιξή του στη Φλωρεντία συμπίπτει με μια σημαντική για την πόλη αυτή εποχή. Λίγους μήνες πριν την άφιξη του Μιχαήλ Τριβώλη στη Φλωρεντία είχε επέλθει ο θάναχος μιας από της αξιολογότερες προσωπικότητες της Αναγέννησης, του Λορέντσο των Μεδίκων, του γνωστού ως Magnifico, ενώ η πόλη διερχόταν σοβαρή αναστάχωση εξαιτίας της δράσης του Σαβοναρόλα[13], που είχε διχάσει τον πληθυσμό. Το κήρυγμά του κατά της ανηθικότητας γενικά και ειδικά αυτής που εμφάνιζε έντονα και σε μεγάλη έκταση ο κλήρος, ικανοποίησε τα πλήθη του λαού, όχι όμως και την άρχουσα εκκλησιαστική τάξη. Το κήρυγμα και γενικά η στάση του Σαβοναρόλα δεν άφησαν ανεπηρέαστο τον Μιχαήλ Τριβώλη, ο οποίος μέχρι τη στιγμή εκείνη είχε δώσει κυρίως τον εαυτό του στο αρχαίο ελληνικό πνεύμα και τον Ουμανισμό, που ήθελε διακαώς να υπηρετήσει. Το γεγονός ότι στη συνέχεια, ύστερα από επίσκεψη διαφόρων πόλεων για προώθηση της μόρφωσής του, αλλά και αξιόλογων γνωριμιών, όπως στη Μπολόνια, στη Φερράρα, την Πάδουα, το Μιλάνο, άντλησε, απ’ όπου του δινόταν ευκαιρία, σοφία, δεν στάθηκε εμπόδιο τελικά να αφιερώσει τον εαυτό του στον μοναχισμό, ύστατο και μοναδικό καταφύγιο πνευματικής ανάτασης. Αναμφίβολα για τη λήψη της απόφασής του αυτής έπαιξαν σημαντικό ρόλο όσα έζησε στη Φλωρεντία και ειδικά και το κήρυγμα του Σαβοναρόλα, όπως και ο μαρτυρικός θάνατός του. Η επιλογή του να μονάσει στη μονή του Αγίου Μάρκου[14], μονή της μετανοίας του Σαβοναρόλα, αποτελεί ένδειξη της εκτίμησης που έτρεφε στον μεγάλο εκείνον μεταρρυθμιστή. Εισήλθε στο τάγμα των Δομινικανών, χωρίς όμως να αλλάξει το κοσμικό του όνομα, όπως ακριβώς είχε κάνει και ο Σαβοναρόλα που διατήρησε το όνομα Τζιρόλαμο. Ο θαυμασμός και η εκτίμησή του στον Σαβοναρόλα εκφράστηκαν σε σύγγραμμά του με το οποίο εγκωμίαζε στους Ρώσους τον δυτικό μονατισμό ως προς τα σημεία της τάξης και της πειθαρχίας, και αντιπαραβάλλοντας την ακτημοσύνη εκείνου του μοναχισμού έναντι καταστάσεων εκτροπής του ανατολικού και ειδικότερα έναντι της φιλοκτημοσύνης των Ρώσων.
Το χρονικό διάστημα της παραμονής του στη Μονή του Αγίου Μάρκου ήταν αρκετά σύντομο. Τι τον έκανε να απομακρυνθεί από εκεί, δεν το γνωρίζουμε, αλλά δεν φαίνεται καθόλου απίθανο η εμβάνθυνσή του στη θεολογία των πατέρων να του δημιούργησε την έφεση να ζήσει τον ανατολικό μοναχισμό, με την πλούσια πνευματική παραγωγή του[15].
Σχην ηλικία των 35 ετών τον βρίσκουμε στο Άγιο Όρος. Ο τέως ουμανιστής και δομινικανός μοναχός οριστικά στρέφεται προς την ορθοδοξία, τις αρχές της οποίας έμελλε να υπηρετήσει κατά τον προσφυέστερο και αποτελεσματικότερο χρόπο. Εγκαταβιώνει τώρα ως μοναχός Μάξιμος στη περίφημη μονή του Βατοπεδίου, έχοντας εγκαταλείψει το κοσμικό όνομά του. Η αλλαγή του ονόματός του σε Μάξιμος είχε άραγε την αναφορά της στον Μάξιμο τον Ομολογητή, οπότε αποτέλεσε προάγγελμα της μέλλουσας δικής του ομολογίας; Δεν είναι διόλου απίθανο, υπόθεση που βρίσκει δικαίωση σ’ ό,τι στη συνέχεια ο άγιος βίωσε, έχοντας αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό τη διάθεση για κατάθεση ομολογίας πίστεως. Με την εγκαταβίωση στη μονή του Βατοπεδίου φαίνεται να αποβλέπει πλέον στην απόκτηση της «ξενιτείας», της απόλυτης δηλαδή αποξένωσης από ο,τιδήποτε προσφιλές του κόσμου, που εύκολα μπορούμε να το συμπεράνουμε, βλέποντας ότι αλλάζει κι αυτή ακόμη την ορθογραφία του επωνύμου του. Το επώνυμό του χώρα από Τριβώλης με «ω» το γράφει Τριβόλης, με «ο».
Πολύ νωρίς ο Μάξιμος αναδείχθηκε και απέκτησε φήμη ιδιαίτερα καταρτισμένου μοναχού. Είναι πιθανό όμως να μην έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος από την κατάσταση που εκεί τότε επικρατούσε. Στις μεγάλες μονές είχε εισαχθεί το ιδιόρρυθμο σύστημα και ορισμένες βασικές αρχές του ανατολικού μοναχισμού είχαν τελείως λησμονηθεί Έτσι όταν τον Μάρτιο του 1515 ο μέγας ηγεμόνας της Μόσχας Βασίλειος Ιβάνοβιτς, γιος της ελληνίδας Ζωής (Σοφίας) Παλαιολογίνας έστειλε αντιπροσωπεία του στο Άγιο Όρος, για να επιδώσει επιστολή του προς την Ιερά Κοινότητα, με αίτημα να σταλεί ο μοναχός Σάββας του Βατοπεδίου στη Ρωσία προκειμένου να αναθεωρήσει τη σλαβονική μετάφραση του Ερμηνευμένου Ψαλτηρίου, τότε άνοιξε ένα ένδοξο όσο και μαρτυρικό μέλλον για τον Μάξιμο. Το ίδιο αίτημα είχε υποβληθεί και στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Θεόληπτο (1513- 1522). Ο Πρώτος του Αγίου Όρους και η αδελφότητα της μονής Βατοπεδίου, ύστερα από την έκφραση αδυναμίας του μοναχού Σάββα, λόγω γηρατειών και ασθενείας, να ανταποκριθεί στην τιμητική αυτή πρόσκληση, υπέδειξε σε αντικατάστασή του τον ιδιαίτερα καλλιεργημένο μοναχό Μάξιμο. Ο Μάξιμος, και με τη συγκατάθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ξεκίνησε το ταξίδι του μαζί με τους εκπροσώπους του ηγεμόνα και δυο βοηθούς στο έργο του μοναχούς, του Νεόφυτου και του Λαυρέντιου. Η μετακίνησή τους είχε αρκετή διάρκεια. Πέρασαν από την Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια έφθασαν στην Κριμαία, όπου και διέμειναν για ένα μακρό χρονικό διάστημα, χρήσιμο όμως για τον Μάξιμο, προκειμένου να εκμάθει τη ρωσική γλώσσα. Η υποδοχή που επιφυλάχθηκε από τον ηγεμόνα του έλληνα λογίου ήταν ιδιαίτερα λαμπρή. Ως τόπος διαμονής του ορίστηκε η μονή Τσούντοβ και προβλέφθηκε η δαπάνη της διαβίωσής του, καθώς και των συντρόφων του, να καλυφθεί από το ταμείο του ηγεμόνα.[16]
Το έργο που είχε να επιτελέσει ο Μάξιμος ήταν σημαντικό[17]. Είχαν κιόλας από την εποχή του εκχριστιανισμού των Ρώσων και εξής εισαχθεί βιβλία της χριστιανικής πίστης στη Ρωσία και είχαν γίνει προσπάθειες για τη μετάφρασή τους στη γλώσσα των Ρώσων. Ακόμη, επειδή οι ανάγκες ήταν ιδιαίτερα μεγάλες για τη δημόσια και ιδιωτική προσευχή, τα βιβλία αυτά πολλαπλασιάστηκαν με αφθονία χειρογράφων τους, στα οποία παρεισέφρησαν πολλά λάθη, ακόμη όμως και αιρετικές ιδέες. Έτσι το έργο του Μάξιμου ήταν ιδιαίτερα σημαντικό όσο και δύσκολο, γιατί πέρα από τις μεταφραστικές δυσχέρειες είχε να αντιμετωπίσει και τις σχετικές διάφορες απόψεις που κυκλοφορούσαν προφορικά και γραπτά.
Το έργο που αρχικά ανατέθηκε στον Μάξιμο ήταν το σχετικό με το Ψαλτήρι, το οποίο περατώθηκε σε διάστημα 18 μηνών. Ο Μάξιμος πέρα από την προσπάθειά να μεταφέρει το κείμενο όσο το δυνατό πιστότερα γλωσσικά και πέρα από τον εξοβελισμό των λαθών και των ατοπημάτων, το συμπλήρωσε με αξιόλογες σημειώσεις, ιστορικά στοιχεία και άλλες χρήσιμες ερμηνευτικές επεξηγήσεις. Η εκτέλεση του έργου ικανοποίησε τον ηγεμόνα και τον μητροπολίτη Μόσχας, που σε επίσημη σύναξη στο παλάτι της εκκλησιαστικής και πολιτικής ηγεσίας, παρέλαβαν το έργο και επαίνεσαν τον συντελεστή του.
Το αίτημα του Μάξιμου να επιστρέψει στη μονή της μετανοίας του δεν έγινε αποδεκτό και του ζητήθηκε να συνεχίσει την αποστολή του με άλλα έργα της εκκλησιαστικής γραμματείας. Κατά την περαιτέρω παραμονή του γνώρισε αξιόλογα πρόσωπα, απέκτησε πολλούς θαυμαστές, έγινε σύμβουλος πολλών σημαντικών ανθρώπων της ρωσικής κοινωνίας. Η περίοδος όμως εκείνη διακρινόταν για τις μεγάλες ίντριγκες των βογιάρων, για σχετική αδυναμία υγιούς διακυβέρνησης, για ατέλειωτες και ανωφελείς διαμάχες, για μια κοινωνία που αναζητούσε «μάγισσες» και αιρετικούς. Σ’ αυτό το κλίμα ενέπλεξαν και τον Μάξιμο, χωρίς ο ίδιος να το επιδιώξει. Στο πρόσωπό του βρήκαν την ευκαιρία οι διάφορες αντιμαχόμενες μερίδες να στήσουν τις διαμάχες τους. Υποστηρικτές του και εχθροί δημιούργησαν θέμα συζήτησης το πρόσωπο και το έργο του. Οι εχθροί του έφθασαν μέχρι του σημείου να τον κατηγορήσουν για ασέβεια προς τους αγίους τους, για διαστροφή των ιερών κειμένων τους και ακόμη για εσχάτη προδοσία του κράτους τους. Ο Μάξιμος ανακρίθηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε[18], ενώ ο ίδιος πρόβαλε την αλήθεια γύρω από το πρόσωπό του και το έργο του.
Πέρα από τις περιπέτειες αυτές του Μάξιμου, που κατέληξαν βέβαια και στην μετέπειτα ανακήρυξή του ως αγίου και ιδιαίτερα τιμώμενου από τη Ρωσική Εκκλησία αλλά και την Ελλαδική, πρέπει να τονιστεί ότι η παρουσία του στη Ρωσία έδωσε καταπληκτική ώθηση σ’ έναν γι’ αυτόν ξένο, κατά τα κοσμικά δεδομένα, λαό, για μελέτη των ιερών γραμμάτων της πίστης. Ο Μάξιμος εργάστηκε με ευσυνειδησία για δημιουργία, μέσω ενός ευρέως φάσματος διαλόγου, με τον προφορικό και γραπτό του λόγο, επί τόσο σημαντικών θεμάτων της πίστεως σε μια Ρωσία που πάλευε γενναία μέσα στο χάος για την πνευματική της διαμόρφωση Υπήρξε ο Μάξιμος όπως σημείωσε ο Friedrich Herr[19] για τη Ρωσία ένα είδος Λούθηρου, με την αντίστροφη όμως έννοια, όχι δηλαδή της απομάκρυνσης από την παράδοση, αλλά της επιστροφής σ’ αυτήν.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
1. Σύμφωνα με την εντολή του Χριστού Ματθ. 28.19.
2. Ιω. 10.16 και 30. Βλ. και Ιω. Ζηζιούλα, Η ενότητα της εκκλησίας εν τη θεία ευχαριστία και τω επισκοπώ κατά τους τρεις πρώτους αιώνας, Αθήναι 1965.
3. Ο. π. 15.9.
4. Βλ. τα σχετικά πρόχειρα στο Baynes, Norman Η. και Η. St. L. Β. Moss. Βυζάντιο, εισαγωγή στο Βυζαντινό πολιτισμό, μετάφρ. Δημήτριος Ν. Σακκάς, Παπαδήμας, Αθήνα:, 1986.
5. A. D Vlasto., The Entry of the Slavs into Christendom, Cambrigde 1970, Βλ. Φειδάς, Εκκλησιαστική Ιστορία. Bae Από την εικονομαχία μέχρι τη μεταρρύθμιση, Αθήναι 1994, 17κ.ε.
6. Για τους Κύριλλο και Μεθόδιο βλ Αντ-Αιμ. Ταχιάου, Κύριλλος και Μεθόδιος οι εκ Θεσσαλονίκης, Ρέκος, Θεσσαλονίκη 1989. Ιω. Αναστασίου, Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου, Βίος Μεθοδίου (μετάφρασις). Βίος Κλήμεντος Αχρίδος, ΕΕΘΣ 12,111-200.
7. Το Βυζάντιο είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία στον διάλογο, ο οποίος έπρεπε να διεξαχθεί μεταξύ των εκπροσώπων των θρησκειών. Αυτός έλαβε χώρα υπό αντίξοες μάλιστα συνθήκες. Βλ. σχετικά Λαυρ. Ντερτζιόρτζιο, Βυζάντιο και Ισλάμ, Πρότυπο Θεσσαλικών. Εκδόσεων. 2009. Θεοδ. Καρζή, Η παιδεία στον Μεσαίωνα:Δυτική Ευρώπη:εκπαίδευση σε μοναστήρια και ναούς, Βυζάντιο: εκκλησιαστική και «θύραθεν» παιδεία, Ισλάμ:ελληνογενής πολιτισμός που φώτισε την Ευρώπη, Φιλιππότης 1998, Αλ. Σαββίδη, Βυζάντιο, μεσαιωνικός κόσμος, Ισλάμ: δεκατρία δοκίμια ιστορίας και παιδείας, Δημιουργία 2004.
8. Βλ. τα σχετικά με τα επιγράμματα και τον κανόνα στο Φ. Δημητρακοπούλου, Μαξίμου του Γραικού επιγράμματα και κανόνας, Αθήνα 1992.
9. Για τις ανακηρύξεις αγίων από τη Ρωσική Εκκλησία βλ Ειρ. Κασάπη, Οι ανακηρύξεις αγίων στη Ρωσική Εκκλησία κατά την τελευταία δεκαετία του 20ού αι., Αθήνα 2008.
10. Η σχετική με τον Μάξιμο Γραικό βιβλιογραφία έχει συγκεντρωθεί από τον X. Π. Αασκαρίδη στη διδακτορική του διατριβή Μάξιμος Γραικός και οι εκκλησιαστικές επιδιώξεις της Μόσχας (Maksim Grek I cerkovnye strmlenija Moskvy), Θεσσαλονίκη 1991.
11. To συγγραφικό έργο του Μάξιμου είναι ιδιαίτερα πλούσιο. Ο Karamsin, Histoire de V Empire de Russie, trad, par Thomas et Jauffret, Paris 1820, totn.VII,2221-2226, αναφέρει ότι 134 έργα του βρίσκονταν στη Βιβλιοθήκη της Μονής της Αγίας Τριάδος στη Ρωσσία
12. Βασική και αξεπέραστη, κατά κάποιο τρόπο, στα ελληνικά παραμένει πάντοτε η μελέτη εκείνη του Γ. Παπαμιχαήλ, Μάξιμος ο Γραικός ο πρώτος, φωτιστής των Ρώσων, Αθήναι 1950, και ενδιαφέρουσα η πρόσφατα εκδοθείσα του Κων. Τσιλιγιάννη, Η δίκη του Μάξιμου Γραικού, Αθήνα 2011.
13. Για τον Σαβοναρόλα βλ. R. Ridolfi, Vita di Girolamo Savonarola, Firenze 1974
14. Βλ. τα σχετικά στο Γ. Παπαμιχαήλ, ο. π., 408-410. Πρβλ. Αντ. Αιμ. Ταχιάου. Ο Αθωνίτης μοναχός Μάξιμος ο Γραικός. Ο τελευταίος των Βυζαντινών στη Ρωσία, Θεσσαλονίκη 2008,16 κ. ε.
15. Η σημασία του αθωνικού μοναχισμού και η πνευματική και πολιτιστική προσφορά του έχει επισημανθεί και δεόντως προβληθεί μέσω πολλών και αξιόλογων μελετών. Μια σχετική εικόνα του πράγματος μπορεί να λάβει κανείς ανατρέχοντας στο Millenaire de la Saint Montague de V Athos 963-1963, τ. 2, Chevetogne/Belgique 1964.
16. Βλ. τα σχετικά στις μελέτες Χαραλάμπιος, ιερομόναχος, Μαξιμος ο Γραικός. Ο αγιορείτης Απόστολος του Βορρά, Μαΐστρος, Αθήνα 2009, σ. 27 κ.ε. και Αντ. -Αιμ. Ταχιάου, ο.π.,20κ.ε.
17. Τη σημασία της προσφοράς του Μάξιμου ανέδειξεμε το έργο του ο Elie Denissoff, Maxime le Grec et V Occident, Desclee de Brouwer, Paris 1943.
18. Για τη δίκη του βλ. Κ. Τσιλνγιάννη, έργ.μν.
19. Οκαθηγητής του πανεπιστημίουτης Βιέννης Friedrich Herr σ’ ένα κεφάλαιο του έργου του Europaische Geistesgeschicte, 1965, παραλλήλισε τον Μάξιμο με τον Λούθηρο, θέτοντας ως υπότιτλο ενός κεφαλαίου του έργου του το «Λούθηρος και Μάξιμος Γραικός» και έτσι πρώτος λέει ο Π. Κανελλόπουλος, Ιστορία του Ευρωπαϊκού πνεύματος, τόμ. 5ος, Βήμα, χ.χ., 136, «σκέφθηκε και κατάφερε να συνδυάσει τα βήματα του Μάξιμου με τη γενικότερη πορεία του ευρωπαϊκού πνεύματος».
Πηγή: «Ενατενίσεις», 
Περιοδική Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Κύκκου και Τηλλυρίας, 
Τεύχος 13ο, Ιανουάριος – Απρίλιος 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου