Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

963 - Το 'Αγιον 'Ορος και η Επανάσταση του 1821 (6)


Το Άγιον Όρος υπό τον οθωμανικό ζυγό (1430-1912)


Στα χρόνια της οθωμανικής σκλαβιάς η μοναστική πολιτεία του Όρους αγωνίζεται να επιβιώσει κάτω από απερίγραπτες συνθήκες. Αντέχει στο νέο κατακτητή, δοκιμασμένη ήδη από πολλούς παλαιότερους κατακτητές.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της αγιορειτικής ιστορίας της περιόδου αυτής είναι: οι πιέσεις των Οθωμανών, κύρια φορολογικές, τα εσωτερικά προβλήματα ζωής και διοίκησης των μοναστηριών, η πνευματική κίνηση του Όρους στον 18ο αιώνα, η συμμετοχή των Αγιορειτών στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του 19ου αιώνα και οι εθνικοί ανταγωνισμοί των ορθοδόξων χριστιανικών λαών μέσα στο Όρος, το β΄ μισό του 19ου αιώνα.
Για τα παραπάνω, που συνθέτουν τις κεντρικές γραμμές της ιστορίας του Αγίου Όρους στην τουρκοκρατία πολύ λίγα πράγματα γνωρίζουμε, γιατί όλα σχεδόν τα αρχεία των μοναστηριών του Όρους, που έχουν αυθεντικό ανεκτίμητο υλικό, είναι ακόμα ανεξερεύνητα. Η συνολική μελέτη τους θα επιτρέψει την πλήρη καταγραφή και ανάλυση της ιστορίας αυτής.
Για πρώτη φορά καταλήφθηκε το Όρος από τον Μουράτ Α΄ το 1381 και για δεύτερη φορά και οριστική το 1429/1430 από τον Μουράτ Β΄. Είναι αυτός, του οποίου η σύζυγος Μάρα ήταν χριστιανή, θυγατέρα του Σέρβου ηγεμόνα Γεωργίου Μπράνκοβιτς. Αυτή χάρισε στο μοναστήρι του Αγίου Παύλου στο Όρος τα τίμια δώρα των τριών μάγων στον γεννηθέντα Χριστό στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Εν τούτοις της απαγορεύτηκε να παραβιάσει το άβατο.
Οι σχέσεις του Αγίου Όρους με τους Οθωμανούς κατακτητές δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μία ατελείωτη καταγραφή διαφόρων οικονομικών καταπιέσεων με ιδιαίτερα επαχθείς φορολογίες. Το χαράτσι στην αρχή ήταν 130.000 άσπρα ετησίως, δηλαδή 2.166 γρόσια, ποσό τεράστιο για την εποχή εκείνη. Στην συνέχεια αυξήθηκε σε 200.000 άσπρα ετησίως, δηλαδή 3.300 γρόσια. Το 1808 το σύνολο της φορολογίας ήταν 35.108 γρόσια. Εδώ, βέβαια, δεν συμπεριλαμβάνονται οι έκτακτες εισφορές και οι δωροδοκίες, που ήταν πολύ πιο βαρύτερες από τις τακτικές καταβολές.
Σ' όλα αυτά πρέπει να προστεθεί και η πειρατεία και η επίσημη αρπαγή. Το μόνο αντάλλαγμα, που περιέσωσε την ιδιαιτερότητα και το αυτοδιοίκητο του Αγίου Όρους ήταν το αναπαλλοτρίωτο της μοναστηριακής περιουσίας και η υποχρέωση των μοναχών να τους κληρονομεί μετά θάνατο το μοναστήρι και όχι κοσμικός, χριστιανός ή μουσουλμάνος. Το ασύδοτο είχε καταργηθεί στην πράξη με την επαχθή φορολογία.
Η παραπάνω κατάσταση είχε σοβαρές συνέπειες στην εσωτερική ζωή και οργάνωση των μοναστηριών του Όρους. Αυτά σχεδόν ερημώθηκαν με αποτέλεσμα το κοινοβιακό σύστημα ζωής και διοίκησης να παραλύσει, όπως και ο θεσμός του Πρώτου στο Πρωτάτο Καρυών και να περιέλθει το ιδιόρρυθμο σύστημα. Είχε προηγηθεί βέβαια και η θεωρητική αφορμή του ιδιόρρυθμου με την έξαρση του ησυχασμού, που αποτελούσε χαλάρωση του συγκεντρωτισμού χάριν ελευθερώτερης επιδόσεως στην πνευματική τελείωση.
Έτσι, οι μοναχοί αναγκάζονται να οικονομήσουν τα κατ' αυτούς μόνοι των. Πλήθη μοναχών κατευθύνονται στις σκήτες και στα κελιά. Όσοι απέμειναν στα μοναστήρια απήτησαν μεταβολή του συστήματος λειτουργίας των από το κοινοβιακό στο ιδιόρρυθμο. Πρώτα έγιναν ιδιόρρυθμα τα μεγαλύτερα και πολυαριθμώτερα μοναστήρια Λαύρας και Βατοπεδίου, γιατί κάτω από την επαχθή φορολογία δεν έμενε τίποτα για στοιχειώδη έστω συντήρηση των μοναχών. Ο αριθμός των 20 κυριαρχικών μοναστηριών παρέμεινε σταθερός και σ' αυτά αποκλειστικά κατανέμονταν η αγιορειτική χερσόνησος.
Το ιδιόρρυθμο σύστημα αποδείχθηκε τότε πολύ θετικό, γιατί συντέλεσε στην ανάσχεση της καταπτώσεως. Μετά από λίγο το σύνολο των μοναχών ανερχόταν στο Όρος σε 6.000 περίπου. Στην ανόρθωση συντέλεσε και η εξεύρεση χρηματικών ελεημοσυνών από τους αγιορείτες. Στο κεφάλαιο αυτό η συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Ρωσίας, της Ιβηρίας, της Βλαχίας και Μολδοβλαχίας, ήταν μεγάλη. Στις χώρες αυτές μετανάστευαν μοναχοί αγιορείτες για συλλογή εράνων με την περιφορά ιερών λειψάνων και εικόνων και τιμίου ξύλου και για την εγκατάσταση μετοχίων.
Η συμβολή των τελευταίων τόσο για το Όρος όσο και για γενικώτερες υποθέσεις ήταν ανεκτίμητη, πλην ακόμα άγνωστη μέχρι σήμερα. Πολλές φορές για να λύσουν τα δυσβάστακτα οικονομικά προβλήματα, οι αγιορείτες έκαμναν δάνεια από τους Εβραίους, στους οποίους παρέδιδαν τιμαλφή και κειμήλια ως ενέχυρα μέχρι την εξόφληση των χρεών τους ή παρέδιδαν την διαχείριση της περιουσίας σ' άλλους φορείς π.χ. στην συντεχνία των γουναράδων. Μ' αυτούς τους τρόπους και άλλους πολλούς μπόρεσαν να ελαφρύνουν τον επαχθή φορολογικό ζυγό του αλλόθρησκου κατακτητή.
Ήταν επόμενο, λοιπόν, ότι και ο τρόπος διοικήσεως θα άλλαζε. Στα μοναστήρια οι ηγούμενοι αντικαταστάθηκαν από επιτρόπους, στο δε Πρωτάτο ο Πρώτος από 4 επιστάτες, πλαισιουμένους από μόνιμη ιερά σύναξη ή κοινότητα. Η τελευταία αποτελέσθηκε από 20 εκπροσώπους, ένα δηλαδή από κάθε μοναστήρι. Έτσι αποκρυσταλλώνεται και ισχύει περίπου μέχρι σήμερα το καθεστώς διοικήσεως του Αγίου Όρους, με βάση τα Τυπικά του 1781, 1783 και 1810.
Μία άλλη ανεκτίμητη ιστορική σελίδα του Αγίου Όρους στην τουρκοκρατία είναι η συμμετοχή των αγιορειτών στην ελληνική επανάσταση του 1821, όπως και σε άλλα επαναστατικά κινήματα στην χερσόνησο του Αίμου. Γενικά η συμβολή του Όρους στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες των ορθοδόξων λαών στην χερσόνησο του Αίμου είναι πολύ αξιόλογη, συγχρόνως δε και ανεξερεύνητη. Περισσότερα γνωρίζουμε για την συμμετοχή των αγιορειτών στην ελληνική επανάσταση, στην Μακεδονία, υπό αρχιστράτηγο τον Εμμανουήλ Παπά.
Το κίνημα απέτυχε και το Όρος για 9 χρόνια (1821-1829) υπέστη τα πάνδεινα, αφού οι Τούρκοι κατάργησαν το αυτοδιοίκητό του με το να εγκαταστήσουν φρουρούς σε κάθε μοναστήρι. Αλλά και στο σημείο αυτό οι γνώσεις μας είναι πολύ περιορισμένες, αφού τα σχετικά αρχεία των μοναστηριών βρίσκονται ακόμα στο στάδιο της ταξινόμησής τους και τώρα μόλις αρχίζει συστηματικότερη προσπάθεια αξιοποίησής τους.
Η δημιουργηθείσα κατάσταση στο Όρος μετά το αποτυχόν κίνημα του Εμμανουήλ Παπά περιγράφεται ως εξής:
«Η γενική κατάσταση του Αγίου Όρους στις αρχές του 19ου αιώνος ευρισκόταν σε συνεχή ανοδική πορεία. Το τεράστιο χρέος ήταν υπό έλεγχο, οι κτιριακές εγκαταστάσεις είχαν ανοικοδομηθεί, τα μοναστήρια είχαν ανασυγκροτηθεί, το κοινόβιο είχε επαναφερθεί σε πολλά από αυτά, τυπογραφείο λειτουργούσε, θεολογικές συζητήσεις έντονες πραγματοποιούνταν. Όλα αυτά εξαφανίστηκαν σ' ένα μήνα κατόπιν καταπνίξεως του κινήματος του ηρωϊκού Εμμανουήλ Παπά και της εισβολής ισχυρής τουρκικής δυνάμεως στις αρχές του 1822.
Οι ενέργειες αυτές της δυνάμεως είχαν ολεθριώτερες συνέπειες για το Όρος από όσο είχαν γι' αυτό η επιδρομή των Καταλανών και η πτώση του Βυζαντίου. Η τουρκική διοίκηση επέβαλε πρόστιμο 3.300 πουγγιά, δηλαδή 1.650.000 γρόσια, εδιπλασίασε το χαράτσι επί 3.000 μοναχών. Οι Τούρκοι στρατιώτες, 3.000 στον αριθμό, που ετρέφοντο από τα μοναστήρια, προέβησαν σε ανήκουστες βαρβαρότητες.
Εφόνευσαν μοναχούς και γυναικόπαιδα που είχαν καταφύγει εκεί, κατέστρεψαν το τυπογραφείο, εσύλησαν όσους θησαυρούς ευρήκαν, χρησιμοποίησαν χειρόγραφα σε φυσίγγια ή φωτιά. Οι περισσότεροι μοναχοί διασκορπίστηκαν και άρχισαν να επανέρχονται αραιά από το 1826.
Με την πρώτη επιστροφή ο συνολικός αριθμός ανήλθε σε 590 και το 1846 ήσαν 1.557. Αργότερα όμως η τουρκική καταπίεση μειώθηκε, διότι μετά την ελληνική επανάσταση η Τουρκία περιήλθε σε θέση δυνάμεως δευτέρας τάξεως».
Τέλος, ένα άλλο κεφάλαιο του ιστορικού βίου του Αγίου Όρους είναι ότι αυτό έγινε επίκεντρο εθνικού ανταγωνισμού μεταξύ των ορθοδόξων λαών της χερσονήσου του Αίμου και της Ρωσίας, το β΄ μισό του 19ου αιώνος. Βέβαια, ευθύς μετά την τουρκική κατοχή του Όρους και λόγω της ερημώσεώς του για τους λόγους που αναφέραμε, όλοι σχεδόν οι μη Έλληνες αγιορείτες εγκατέλειψαν το Όρος και πήγαν στις πατρίδες τους, όπως Σέρβοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι, Ρώσοι κ.ά.
Οι Ελληνορθόδοξοι μοναχοί ήταν εκείνοι που βάσταξαν το βάρος της σκλαβιάς 400 περίπου χρόνων και περιέσωσαν τον θεσμό της μοναστικής αθωνικής πολιτείας.
Όλοι οι άλλοι κάμνουν εμφανέστερη και δυναμική την παρουσία τους και πάλι τον 19ο αιώνα, σαν αποτέλεσμα του νέου αφυπνιστικού εθνικού κινήματος στα Βαλκάνια με την συμπαράσταση της Ρωσίας. Η τελευταία σαν μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις τότε, βλέπει το Άγιον Όρος σαν πεδίο όχι μόνο θρησκευτικής αναγεννήσεως αλλά και μείζονος ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια και κύρια προς τις θαλάσσιες προσβάσεις του Αιγαίου.
Για το τελευταίο αυτό οι εθνικοί ανταγωνισμοί του 19ου αιώνα μεταφέρθηκαν έντονοι στο Όρος. Αποτέλεσμά των ήταν πρώτα η κατάληψη της μονής Αγίου Παντελεήμονος από τους Ρώσους, η δημιουργία πλήθους σκητών και κελιών, πολυτελέστατης κατασκευής, όπως και η εγκατάσταση 5.000 περίπου Ρώσων μοναχών στο Όρος έναντι 4.000 Ελλήνων. Οι Βούλγαροι διατήρησαν την μονή Ζωγράφου και απέκτησα μία άλλη κοινοβιακή σκήτη. Οι Σέρβοι πήραν πάλι από τους Βούλγαρους την μονή Χιλανδαρίου, ενώ οι Ρουμάνοι απέκτησαν μία κοινοβιακή και μία ιδιόρρυθμη σκήτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου